Σύνδρομο πυελικής συμφόρησης: ή σύνδρομο ανεπάρκειας φλεβών της πυελικής περιοχής  ή ανεπάρκεια  φλέβας ωοθηκών (OVR)

(Για τα κείμενα και τις εικόνες έγινε χρήση βιβλίων, δημοσιεύσεις, κατευθυντήριες γραμμές για παράδειγμα awmf.org και εισφορές συνάδελφων)

Η στοχευμένη εξέταση του ΡΙΡ (proximal insufficiency point: εγγύτερο σημείο ανεπάρκειας: ΡΙΡ) είναι ουσιαστική, επειδή θεωρείται ως ουσιαστικό θεραπευτικό βήμα στην αγωγή και αντιμετώπιση των κιρσών. Εάν το σημείο αυτό είναι έξω από το εύρος του κλινικού και εξεταστικού ευρήματος, συμπεριλαμβανομένων της ανωτέρας περιφερφικής πυέλου φλεβικού συστήματος, θα πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ένα ανώτερο σημείο ως μια πιθανή περιοχή πηγής της ανεπάρκειας όπως π.χ. η κοιλιακή πυελική περιοχή.

φωτογραφίες αριστερά κανονική ανατομία, δεξιά OVR

Ο όρος σύνδρομο πυελικής συμφόρησης (σύνδρομο πυελικής συμφόρησης = PCS) συνοψίζει, ένα σύνολο συμπτωμάτων όπως σε 1) κοιλιακό άλγος, 2) δυσμηνόρροια (επώδυνη εμμηνορρυσία) με ιδιαίτερα έντονο πόνο τις 2 πρώτες ημέρες του κύκλου. 3) δυσπαρεύνια (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή) ή και μετά από αυτή. 4) δυσουρικά ενοχλήματα όπως πόνος και δυσκολία στην ούρηση ή και συχνουρία. 5) κιρσοί (διατεταμένες φλέβες) στα έξω γεννητικά όργανα, στα κάτω άκρα, στους γλουτούς, στο περίνεο ή και σε άτυπες θέσεις. Αιτία είναι η φλεβική πληθώρα σε αυτή τη περιοχή. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των “φυσιολογικών” από τον κύκλο εξαρτώμενων συμπτωμάτων και παθολογικών ευρημάτων δεν είναι σαφής.

Ο προσδιορισμός των επιπέδων των ορμονών σε περιφερικές φλέβες έδειξε σε ασθενείς με αποδεδειγμένη φλεβική ανεπάρκεια πυέλου (ανεπαρκή φλέβας ωοθηκών, διαστολή πλέγματος μήτρας, ανεπαρκή εσωτερική λαγόνιο φλέβα) ότι ήταν σημαντικά υψηλότερα τα επίπεδα οιστραδιόλης σε σύγκριση με ασθενείς χωρίς πυελική φλεβική ανεπάρκεια. Τι επιπτώσεις θα έχει η αυξημένη πίεση στις φλέβες της πυέλου για την εμφάνιση των περιφερειακών κιρσών, έχει ελάχιστα διερευνηθεί.

Στις περισσότερες περιπτώσεις βρίσκετε παλινδρόμηση, ως PIP, στην αριστερή φλέβα των ωοθηκών. Κατ ‘αναλογία με τη διάγνωση στη κλασική φλεβική ανεπάρκεια σε περιφερεικούς κιρσούς των κάτω άκρων, γίνετε παρόμοια προσέγγιση για τιν εύρεση του ανώτατου σημείου προέλευσης και την προέλευση της παλινδρόμησης.

Η διάγνωση γίνεται μέσω υπερηχογράφου/τριπλεξ, μαγνητική ή αξονική τομογραφία ή ψηφιακή φλεβογραφία της πυελικής περιοχής, ή λαπαροσκόπηση.

Όλες οι τρέχουσες θεραπείες επιχειρούν τη διακοπή της πίεσης/ροής σε στρατηγικά σημεία, με ή χωρίς αφαίρεση / απάλειψη παθολογικά τροποποιημένων φλεβών.

Οπως με

1 χειρουργική απολίνωση των φλεβών που πάσχουν  π.χ. με τοποθέτηση από κλιπς

2 εμβολισμό ή ναρθηκοποίηση των φλεβών. Περιλαμβάνει την ενδοφλέβια χορήγηση σκιαγραφικού, και τη χρήση ιονίζουσας ακτινοβολίας. Χρησιμοποιούνται μεταλλικά ελάσματα (coils) και ειδική ουσία για αποκλεισμό των φλεβών ώστε να μην παλινδρομεί το αίμα σε αυτές και να μην διαστέλλονται. Όταν η αιτιολογία των συμπτωμάτων είναι η στένωση των φλεβών τότε τοποθετείται μεταλλικός νάρθηκας (stent).

Η επίδραση της ανεπάρκειας των φλεβών της πυελικής περιοχής ή των ωοθηκών στην ανάπτυξη κιρσών στα πόδια είναι ακόμη υπό έρευνα.